Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Δικαστική συμπαράστηση λόγω άνοιας ή αναπηρίας


Οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας ταλαιπωρούνται συχνά από προβλήματα υγείας όπως η άνοια και το Alzheimer. Δυστυχώς, πέρα από το ψυχολογικό κομμάτι που καλούνται να βιώσουν και να αντιμετωπίσουν τόσο οι ίδιοι όσο και τα παιδιά ή και τα εγγόνια, αλλά και λοιπά μέλη της οικογένειας τους, υπάρχουν και γραφειοκρατικά εμπόδια και διαδικασίες που πρέπει να γίνουν, αλλά
δεν είναι εφικτό. Και αυτό, γιατί οι ασθένειες αυτές στερούν από τους ανθρώπους το νοητικό κομμάτι, με αποτέλεσμα να χάνουν τη μνήμη τους και σε πολλές περιπτώσεις να μην αναγνωρίζουν ούτε ποιοι είναι. Από την άλλη για τη διεκπεραίωση των προσωπικών τους υποθέσεων απαιτείται η φυσική τους παρουσία, η θέση της υπογραφής τους σε έγγραφα με προϋπόθεση να έχουν συναίσθηση του τι υπογράφουν. Επομένως, τόσο τα δημόσια όργανα, όπως δημοτικοί υπάλληλοι, ή άλλα πρόσωπα που ενεργούν στον κλάδο της ιδιωτικής ζωής όπως συμβολαιογράφοι κλπ δεν αποδέχονται και δεν πρέπει να αποδέχονται υπογραφή από πρόσωπα που δεν έχουν πνευματική διαύγεια. Η μόνη λύση στις περιπτώσεις αυτές είναι η θέση του προσώπου που ασθενεί σε δικαστική συμπαράσταση.
Ποια πρόσωπα τίθενται σε δικαστική συμπαράσταση;
Σε δικαστική συμπαράσταση μπορούν να τεθούν πρόσωπα που στερούνται της πνευματικής ή νοητικής τους διαύγειας. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι μια κατάσταση που αφορά μόνο ηλικιωμένα πρόσωπα, αλλά και νέους και παιδιά με νοητική υστέρηση, ωστόσο στο παρόν άρθρο θα περιοριστούμε στην αναφορά στους ηλικιωμένους. Συνηθέστερη περίπτωση είναι να θέτουν σε δικαστική συμπαράσταση τα παιδιά τους γονείς τους, όταν πάσχουν από άνοια ή Alzheimer. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τις σωματικές ελλείψεις και αδυναμίες. Σε δικαστική συμπαράσταση μπορεί να τεθεί και ένας ηλικιωμένος, όταν λόγω προβλημάτων υγείας έχει καθηλωθεί και δεν μπορεί να κυκλοφορήσει για να εξυπηρετήσει τις προσωπικές του υποθέσεις. Στην περίπτωση αυτή, που διαθέτει την πνευματική, αλλά όχι και την σωματική ευρωστία, πρέπει να ζητήσει ο ίδιος να τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση (ενώ στην έλλειψη διαύγειας, αυτοί που νομιμοποιούνται – όπως θα δούμε και πιο κάτω – να ζητήσουν τη θέση σε δικαστική συμπαράσταση είναι οι συγγενείς, καθώς ο άνθρωπός τους δεν μπορεί να το κάνει).
Ποιος και πώς κινεί τη διαδικασία θέσης σε δικαστική συμπαράσταση;
Σε περιπτώσεις έλλειψης πνευματικής διαύγειας:
Όταν ο ηλικιωμένος στερείται πνευματικής ή νοητικής διαύγειας, ο νόμος ορίζει ότι, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει παιδιά ή εγγόνια, αυτά έχουν κάθε νόμιμο δικαίωμα να ζητήσουν να τεθεί ο άνθρωπός τους σε δικαστική συμπαράσταση.
Όταν ο ηλικιωμένος δεν έχει τέκνα, αλλά λοιπούς συγγενείς (για παράδειγμα ανιψιούς αδέρφια κλπ), τότε τα πρόσωπα αυτά δε νομιμοποιούνται από τον νόμο να καταθέσουν απευθείας αίτηση δικαστικής συμπαράστασης, αλλά κάνουν μια αίτηση στον αρμόδιο εισαγγελέα και ζητούν να τεθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση. Στη συνέχεια, ο εισαγγελέας με σχετική αίτηση στο αρμόδιο δικαστήριο προχωράει τη διαδικασία.
Σε περιπτώσεις σωματικής αδυναμίας:   
Όταν ο ηλικιωμένος στερείται σωματικών λειτουργιών, όπως περιπτώσεις τυφλότητας ή κώφωσης ή σωματικής αναπηρίας, την αίτηση την καταθέτει ο ίδιος. Όταν λέμε ο ίδιος βέβαια, δεν εννοούμε ότι προσέρχεται στο δικαστικό μέγαρο για την κατάθεση, αλλά ότι η αίτηση έχει το δικό του όνομα και υπογράφεται από αυτόν.
Για να κινηθεί η διαδικασία, απαιτείται οι ενδιαφερόμενοι να προσέλθουν σε δικηγόρο και μετά από συζήτηση μαζί τους να καταλήξουν στο πρόσωπο του δικαστικού συμπαραστάτη, αυτού δηλαδή που θα προσέρχεται στις υπηρεσίες και θα διεκπεραιώνει τις υποθέσεις του ηλικιωμένου με την υπογραφή του καθώς και στην επιλογή τριών έως πέντε προσώπων τα οποία θα αποτελέσουν το εποπτικό συμβούλιο. Το συμβούλιο αυτό περιλαμβάνει πρόσωπα συγγενικά και φιλικά. Μέσα από αυτά προκύπτει ένας πρόεδρος, συνήθως κάποιο από τα τέκνα ή αδέρφια και στόχος του είναι να εποπτεύει και να ελέγχει την διαχείριση του δικαστικού συμπαραστάτη. Και αυτό, γιατί στις περιπτώσεις πλήρους δικαστικής συμπαράστασης, που ο συμπαραστάτης εκπροσωπεί πλήρως και σε όλες τις υποθέσεις τον ηλικιωμένο, έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις εκμετάλλευσης, για παράδειγμα μη απόδοσης της σύνταξης κλπ. Έτσι, προς ασφάλεια του ηλικιωμένου, τίθεται το εποπτικό συμβούλιο με σκοπό τον έλεγχο της διαχείρισης.
Στη συνέχεια, ο δικηγόρος της υπόθεσης καταθέτει την αίτηση και ορίζεται δικάσιμος. Την ημέρα της δικασίμου, το δικαστήριο συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών, δηλαδή η κάθε υπόθεση καλείται μέσα μόνη της μόνο με τον δικηγόρο και τα μέλη του δικαστηρίου, ώστε να διαφυλαχθούν τα προσωπικά δεδομένα υγείας και προσωπικής ζωής του ηλικιωμένου. Με ορισμένες ελάχιστες εξαιρέσεις, το δικαστήριο ζητάει εγγράφως βεβαίωση κρατικού – και όχι ιδιωτικού – φορέα για την κατάσταση της υγείας του ηλικιωμένου και την ημέρα της δικασίμου ο ηλικιωμένος προσέρχεται με τους δικούς του στο δικαστήριο, ώστε τα μέλη του να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι ότι όντως το συγκεκριμένο πρόσωπο πρέπει να τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι συγγενείς των ασθενών παραπονιούνται και γκρινιάζουν για την ανάγκη προσέλευσης των ηλικιωμένων στο δικαστήριο, πράγμα απόλυτα λογικό, καθώς οι περισσότεροι δεν έχουν ευκολία στη μετακίνηση ή στην επικοινωνία,  πρέπει να καταστεί σαφές ότι αυτό γίνεται προς όφελος του ηλικιωμένου και προς αποφυγή εκμετάλλευσής του. Ο μόνος τρόπος να διαπιστώσει ο δικαστής ότι όντως ο ηλικιωμένος δεν έχει πέσει θύμα εκμετάλλευσης ή εξαπάτησης είναι να δει με τα ίδια του τα μάτια τον άνθρωπο και να μιλήσει μαζί του. Επιπλέον, οι περισσότεροι έχουν μια βεβαίωση ιδιώτη γιατρού, ωστόσο, και πάλι προς αποφυγή εκμετάλλευσης, το δικαστήριο ζητάει μια βεβαίωση κρατικού φορέα ως ένα επιπλέον εχέγγυο για την κατάσταση της υγείας του ασθενούς ηλικιωμένου.
Προστασία του ηλικιωμένου
Η δικαστική συμπαράσταση δίνει το δικαίωμα στον συμπαραστάτη να προσέρχεται στις δημόσιες υπηρεσίες και να διεκπεραιώνει υποθέσεις, να εισπράττει επιδόματα, συντάξεις, να υπογράφει κλπ. Ωστόσο, για την προστασία του συμπαραστατούμενου, ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν μπορεί να λειτουργεί ανεξέλεγκτα, δεν μπορεί δηλαδή να  μεταβιβάζει, να πουλάει, ή να δωρίζει τυχόν ακίνητη περιουσία του. Αυτό σημαίνει ότι, εάν κάποιο πρόσωπο συγγενικό έχει υπόψη του να θέσει έναν ηλικιωμένο σε δικαστική συμπαράσταση, ώστε μετά από τη θέση του συμπαραστάτη να πουλήσει τυχόν υπάρχουσα ακίνητη περιουσία, τότε κάνει λανθασμένες εκτιμήσεις. Για μεταβίβαση απαιτείται δικαστική διαδικασία, στην οποία ο συμπαραστάτης πρέπει να αποδείξει την ανάγκη να πωλήσει το/τα ακίνητα του συμπαραστατούμενου κι αυτό μόνο, για να αντιμετωπίσει έξοδα που αφορούν σε εκείνον ( έξοδα ιδρύματος διαμονής, νοσοκομειακής περίθαλψης κλπ).
Συμπερασματικά, η διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης είναι ο κατάλληλος τρόπος και η ενδεδειγμένη λύση για ηλικιωμένους που δεν μπορούν να ρυθμίσουν – λόγω ασθενειών – τις υποθέσεις τους. Την αίτηση υποβάλλουν τα τέκνα, ελλείψει παιδιών οι λοιποί συγγενείς απευθύνονται με αίτηση στον αρμόδιο εισαγγελέα, ο οποίος θα κινήσει τις διαδικασίες. Η δικάσιμος γίνεται κεκλεισμένων των θυρών, ο ασθενής ηλικιωμένος πρέπει να προσέλθει, εκτός και αν, για συγκεκριμένους λόγους, είναι πραγματικά αδύνατο, οπότε προς αποφυγή καθυστέρησης της διαδικασίας πρέπει ο λόγος αδυναμίας προσέλευσης να αναφερθεί με την αίτηση και να αποδεικνύεται. Το δικαστήριο διατηρεί το δικαίωμα, για να εξασφαλίσει τον ηλικιωμένο σε περίπτωση μη προσέλευσής του να αναβάλλει τη δίκη και να ορίσει πραγματογνώμονα. Όλη η διαδικασία κινείται αυστηρά προς όφελος του ηλικιωμένου και απαιτείται η υπομονή των συγγενών στην επιμονή του δικαστηρίου να είναι τα έγγραφα δημόσια, να ελεγχθεί η υγεία του ασθενούς, να προσέλθει στο δικαστήριο, ώστε να τον δούνε κλπ. Τελικά, εκείνο που έχει σημασία είναι η εξασφάλιση του συμφέροντος του ανθρώπου, ο οποίος στη δύση της ζωής του καλείται να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα υγείας διατηρώντας την αξιοπρέπειά του.
ΠΡΟΣΟΧΗ! Τα ανωτέρω αποτελούν ζητήματα που ενδεχομένως να έχουν εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς προηγούμενη νομική συμβουλή επί των περιστατικών της κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης.
Λιάνα Χαντέ

Δικηγόρος, Υπ. Δρ. Νομικής ΕΚΠΑ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

On Pinterest!

On Instagram!