Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019

Τώρα που βλέπω το σώμα μου να αλλάζει...


Τώρα που βλέπω το σώμα μου ν’ αλλάζει, θα μ’ αγαπάς το ίδιο; Θα μου πιάνεις το χέρι, για να κατέβουμε παρέα τα σκαλιά; Θα με φιλάς στο πρόσωπο σα να γεύεσαι τα φρούτα του καλοκαιριού; Θα με σηκώνεις στην αγκαλιά σου, για να σου ζεστάνω την καρδιά, όπως τότε;
Τώρα που βλέπω το σώμα μου ν’ αλλάζει, θέλω να μην αλλάξει τίποτα και όλα ίδια να μείνουν. Όπως σε εκείνη τη φωτογραφία που έχεις στο κομοδίνο. Θέλω να παίρνω τα πόδια μου και να
αρμενίζω στους δρόμους δίχως να σκέφτομαι τα αρθριτικά. Να κάνω τις δουλειές στο σπίτι, να διώχνω τις αράχνες, να μαζεύω τη σκόνη, να ανοίγω τα παράθυρα, για να φεύγει το σκοτάδι. Δε το θέλω το σκοτάδι. Νιώθω την ψύχρα του, σαν το αίμα μου να
κυλάει πιο αργά στις φλέβες.
Και τώρα τι, που βλέπω το σώμα μου ν’ αλλάζει; Ποια δόξα πρέπει να παραδώσω στον παντοκράτορα χρόνο; Δυνάστης των πάντων, καταστροφέας και σατράπης. Δούλοι είμαστε όλοι μας κι ας μου λες πως δε μου φαίνεται η ηλικία. Θα την κάψω τη γη μου, για να παραλάβει μόνο στάχτες. Θα σκίσω το δέρμα μου, για να μην έχει να σπείρει. Θα πετάξω τα
μαλλιά μου, για να μη φέρει τους χειμώνες. Θα ζαρώσω τα χείλη μου, για να μην προσκυνήσω την ποδιά του. Θα βγω στους δρόμους και στις γειτονιές, σημαίες θα απλώσω. Δε θα περά.. δε θα περάσει ο μαρασμός…
Μη βλέπεις το σώμα μου να αλλάζει, άφησέ το να κρυφτεί κάτω από τα σκεπάσματα. Μην κοιτάζεις τις αργές μου κινήσεις, τα κιτρινιασμένα μου δόντια, τα αποδυναμωμένα μου δάχτυλα. Στρέψε το βλέμμα σου αλλού, γιατί άλλη ενέργεια να τα κρύβω δεν έχω. Πώς να μοιάζει τώρα το είδωλό μου στον καθρέφτη που είχες κρεμάσεις στο σαλόνι; Καλύτερα έτσι, με το σεντόνι μπροστά του, να τυλίγει τις ανάγλυφες γωνιές του, να προστατεύει το ξύλο του ανά τους αιώνες… Όπως το σάβανο προστατεύει τις ζάρες του κορμιού.
«Αγάπησε το σώμα σου που αλλάζει», μου λες κάθε μέρα στον πρωινό μας καφέ, μα δε μου δίνεις ραντεβού πια όπως πριν. Σαν τον ύπνο κι εσύ, απομακρύνεσαι λίγο-λίγο από μένα κι εγώ κουράζομαι όλο και πιο πολύ, για να σε φτάσω. Να θυμηθώ να περάσω από το φαρμακείο, να κλείσω ραντεβού με τον γιατρό, να τηλεφωνήσω για τις εξετάσεις, να μαζέψω τον φάκελο και μετά… να θυμηθώ πως κάποτε με αγαπούσες. Τότε που τα μάτια μου είχαν σπιρτάδα και δεν έκρυβαν την θαμπάδα τους πίσω από τα γυαλιά. Τόση
κούραση…
«Να αγαπήσω…», σου απαντώ κάθε μέρα και τα κόκκαλά μου τρίζουν, σαν ένας γιγάντιος γερασμένος γερανός που θέλει να κάνει ακόμη περήφανα τη δουλειά του. Που θέλει να είναι χρήσιμος. Να σου είναι χρήσιμος, γιατί φοβάται να μην έρθει η στιγμή που θα ξυπνήσει στη μάντρα με τα ανταλλακτικά. Πρέπει να αγαπήσω, λοιπόν; Πρέπει να φροντίσω; Να νοιαστώ;
Τώρα που πρέπει να νοιαστώ για το σώμα μου που αλλάζει, να είσαι φίλος, παιδί και εραστής μου. Άσε με εμένα να ψηλαφίζω τα καινούρια βαθουλώματα στους γλουτούς μου κάτω από την κουβέρτα και μείνε στο προσκέφαλο να μου διαβάζεις τις ειδήσεις. Κέρασέ με τον καφέ της Παρασκευής κι εγώ θα τον ανταλλάξω με το αγαπημένο σου φαγητό. Πάρε με τηλέφωνο μετά τη σειρά που βλέπω για «καληνύχτα» κι εγώ για σένα το υπόσχομαι «το σώμα μου που αλλάζει, θα το αποδεχτώ».
Μόνο, να μ’ αγαπάς το ίδιο!
Πέτρος Κεχαγιάς
MScΝευροψυχολόγος / Συστημικός & Solution-Focused Ψυχοθεραπεύτης
Υπ. Διδάκτωρ Ιατρικής Α.Π.Θ
www.mentalware.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

On Pinterest!

On Instagram!