Πέμπτη 29 Αυγούστου 2019

Η σχέση του μακροχρόνιου σωματικού πόνου με την μοναξιά




Ο μακροχρόνιος πόνος (στο εξής ως «πόνος» θα εννοείται ο σωματικός πόνος) έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό από μία πληθώρα ερευνών κι έχει γίνει φανερός ο πολυδιάστατος χαρακτήρας του. Πολλοί, όχι μόνο οργανικοί και βιολογικοί, αλλά και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες έχουν συσχετιστεί με την ένταση, τη διάρκεια και τον τρόπο έκφρασης του μακροχρόνιου πόνου. Το βιοψυχοκοινωνικό
μοντέλο για τον πόνο προτείνει ότι μία ασθένεια ή πάθηση που προκαλεί πόνο είναι μία δυναμική κατάσταση. Δηλαδή, αλλάζει μορφή στο πέρασμα του χρόνου. Το ίδιο και ο πόνος που βιώνεται, καθώς βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες επιδρούν πάνω στη σχέση ασθένειας/πάθησης-βιωμένου πόνου.
Καθώς η φύση και η μορφή του πόνου ποικίλει στην εκάστοτε συνθήκη και διαφέρει από άτομο σε άτομο, ο χρονιότητα του πόνου ελέγχεται μέσω ερωτηματολογίων και κλινικών συνεντεύξεων. Κι αυτό, γιατί ο πόνος είναι ένα καθαρά υποκειμενικό βίωμα και δεν μπορεί να αξιολογηθεί με άλλους τρόπους μέτρησης. Σε μία σειρά από ερευνητικές μελέτες, ασθενείς οι οποίοι είχαν υψηλό σκορ σε ερωτήσεις για το μακροχρόνιο πόνο φάνηκε πως βιώνουν υψηλό αίσθημα μοναξιάς. Έτσι αυτή αναδείχθηκε ως μία διάσταση, που παίζει σημαντικό ρόλο στο παραπάνω μοντέλο.
Ορίζοντας τη μοναξιά, θα την περιγράψουμε ως την ακούσια κοινωνική απομόνωση που βιώνει ένα άτομο για διάφορους λόγους, οι οποίοι το απομακρύνουν από τις κοινωνικές του επαφές, γεγονός που του προκαλεί δυσφορία. Η σχέση της μοναξιάς με τον πόνο είναι αμφίδρομη. Η μοναξιά μπορεί να ενεργοποιήσει ή να ενισχύσει το βίωμα του πόνου, κι αντίστροφα, ο μακροχρόνιος πόνος δύναται να επιφέρει το αίσθημα της μοναξιάς.
Ανάμεσα σε άλλους συναισθηματικούς παράγοντες, πεποιθήσεις, αντιλήψεις και χαρακτηριστικά προσωπικότητας, έχει βρεθεί πως στο πέρασμα του χρόνου οι ασθενείς που αισθάνονται μόνοι βιώνουν με μεγαλύτερη ένταση τον πόνο, σε σύγκριση με αυτούς τους ασθενείς που διατηρούν τις κοινωνικές επαφές τους. Τα παραπάνω ευρήματα αναδεικνύουν τη σημαντικότητα της διατήρησης των κοινωνικών, οικογενειακών, φιλικών, ερωτικών σχέσεων κ.ο.κ. από ασθενείς μακροχρόνιων ασθενειών/παθήσεων, ειδικά στις μεγάλες ηλικίες. Φαίνεται πως η ύπαρξη καλών και ποιοτικών σχέσεων λειτουργεί καταπραϋντικά για τον ασθενή, τον ανακουφίζει ψυχολογικά και κατ’ επέκταση τον βοηθάει να διαχειρίζεται το σωματικό πόνο του πιο αποτελεσματικά.
Επιπρόσθετα, ορισμένες μελέτες έχουν επιβεβαιώσει πως το μακροχρόνιο βίωμα του πόνου αυξάνει το αίσθημα της μοναξιάς, γιατί περιορίζει τον ασθενή και του στερεί τη δυνατότητα των κοινωνικών συναναστροφών. Ένας τέτοιος ασθενής είναι πολύ πιθανό να προτιμήσει να μείνει στο σπίτι του παρά να συναντηθεί με φίλους, να μειώσει τις δραστηριότητες ψυχαγωγίας, να αποφύγει επισκέψεις, να συνομιλεί σπάνια με τον γιατρό του, να διατηρεί ένα μόνιμο αίσθημα δυσαρέσκειας κ.ο.κ. Τέτοιες επιλογές οδηγούν συχνά στη μοναξιά.
Συμπερασματικά, η αποτελεσματική διαχείριση του πόνου, τόσο με τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής, όσο και της ψυχοθεραπείας ή συμβουλευτικής αλλά και η διατήρηση των κοινωνικών επαφών, ακόμη κι εάν το βίωμα του πόνου είναι έντονο, έχει φανεί πως λειτουργούν προστατευτικά και καταπραϋντικά σε μακροχρόνιες παθολογικές καταστάσεις. Η αυθόρμητη τάση των ασθενών να απομονώνονται κοινωνικά, όταν αισθάνονται πόνο, οδηγεί συχνά, κατά την εξέλιξη της πάθησης/ασθένειας, σε μεγαλύτερο πόνο και μικρότερη ανοχή σε αυτόν, αναδεικνύοντας έτσι την ανάγκη για τη λήψη ψυχολογικής υποστήριξης τόσο από τον ίδιο τον ασθενή, όσο και από τους φροντιστές του.
Πέτρος Κεχαγιάς
MScΝευροψυχολόγος / Συστημικός & Solution-Focused Ψυχοθεραπεύτης
Υπ. Διδάκτωρ Ιατρικής Α.Π.Θ.
www.mentalware.gr




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

On Pinterest!

On Instagram!